Τα φιστίκια είναι από τους καλύτερους ποιοτικά και πιο νόστιμους ξηρούς καρπούς. Είναι μεγάλης θρεπτικής αξίας, πλούσια σε βιοτίνη, πρωτεΐνες και ανόργανα άλατα. Καταναλώνονται καβουρδισμένα, με ή χωρίς αλάτι καθώς και νωπά είτε νωπά ανάλατα. Χρησιμοποιούνται και στη ζαχαροπλαστική.
Στην Ελλάδα καλλιεργείται μία από τις καλύτερες ποικιλίες στον κόσμο, η Αιγινίτικη με τα περίφημα και ιδιαίτερης θρεπτικής αξίας φιστίκια Αιγίνης[3]. Η διαχρονική φήμη τους οδήγησε στο γεγονός να αποκαλείται παλαιόθεν σε όλη την επικράτεια ο εν λόγω καρπός "Φιστίκι Αιγίνης", ανεξαρτήτως προέλευσης, ώσπου το 1996 η ονομασία προέλευσης από την Αίγινα κατοχυρώθηκε με Κοινοτική απόφαση[4], ώστε στις άλλες περιοχές να αποκαλείται πλέον κελυφωτό φιστίκι. Σε μικρότερο βαθμό καλλιεργείται η ποικιλία Νυχάτη. Η καλλιέργεια της φιστικιάς τα τελευταία χρόνια εκτός από την Αίγινα, την Σαλαμίνα και τα Μέγαρα, που ήταν παραδοσιακές φιστικοπαραγωγές περιοχές, επεκτάθηκε στη Φθιώτιδα, Θεσσαλία, Βοιωτία και Εύβοια.[5]